Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.26.2
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-78+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1
Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.26.2
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-78+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1
Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.26.2
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-78+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1
Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.26.2
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-78+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1
Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.26.2
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-78+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1
Project Λίμνες!
|
Του Τάκη Μανιάτη
Τέρμα αριστερά, πάνω ψηλά, στα σύνορα, στο τριεθνές. Μέσα σε μία βάρκα – γόνδολα, να ψάχνουμε την ιστορία της Μεγάλης Πρέσπας, και να απολαμβάνουμε την ηρεμία της “άλλης” Ελλάδας. Και να χαλαρώσουμε από τις πέντε μέρες οδήγησης, που, πάνω από πανύψηλα βουνά, απόκρυμνες κορυφές, λίμνες και ποτάμια, μας έφεραν μέχρι εδώ. Μία ακόμη οργάνωση της σχολής ασφαλούς οδήγησης, RideIt.
Μεγαλόπνοα πρότζεκτ δεν βάζουμε ποτέ. Για να φτάσουμε στις Πρέσπες, χρειαζόμασταν συγκεκριμένο πλάνο, το οποίο να “βγαίνει” σε πέντε μέρες. Τόσες είχαμε στην διάθεσή μας, για την καθιερωμένη ετήσια καλοκαιρινή εκπαιδευτική πενθήμερη χωμάτινη εκδρομή, που διοργανώνει με επιτυχία και συνέπεια, η σχολή RideIt. Με εύρεση των κατάλληλων διαδρομών που είχε προηγηθεί, με πλοήγηση και υποστήριξη τεχνικά, όσο και οδηγικά, η διοργάνωση της εκδρομής ήταν προγραμματισμένη σωστά. Οι πέντε μέρες, είναι αρκετές για να χορτάσεις βουνό, ιδανικές για να μπορείς να την κοπανήσεις από δουλειά και οικογένεια, ανεκτές για να μπορείς να ανταπεξέρθεις οικονομικά – ο ύπνος μας άλλωστε γίνεται τις περισσότερες φορές στο βουνό. Για να φτάσουμε όμως μέχρι “εκεί πάνω”, και τα καθημερινά χιλιόμετρα να είναι εφικτά, και να μην καταντήσουμε λοκατζίδες σε ολοήμερη άσκηση, από το πρωί μέχρι το βράδυ, χρειαζόμασταν συγκεκριμένη διαδρομή. Και την ξεκινήσαμε από την ορεινή Ναυπακτία, από το Κροκύλειο, δίπλα από την λίμνη του Μόρνου, στο Λιδορίκι, όπου βρεθήκαμε ένα βράδυ του Ιουλίου, κάτω από τον μέγα πλάτανο, να συζητάμε τρώγοντας τοπικές λιχουδιές, γεμάτοι καύσιμα, έτοιμοι για να ξεκινήσουμε την 1η μέρα της διαδρομής.
Μετά από έναν καλό ύπνο, έχοντας μέσα σε μία νύχτα αφήσει πίσω μας τα προβλήματα και το άγχος της “κανονικής” μας ζωής, βρισκόμασταν ήδη μέσα στα Έλατα και οδηγούσαμε στις χωμάτινες διαδρομές της ορεινής Ναυπακτίας. Από το Κριάτσι στην Καλονή, για να κάνουμε το πρώτο “μπάνιο” μας στον Εύηνο, με τις μοτοσυκλέτες να βουτάνε βαθιά για να περάσουμε τρεις φορές στην απέναντι όχθη, και να συνεχίσουμε την διαδρομή. Από την Μανδρινή, στην Άμπλιανη, για να ανέβουμε στην κορυφή της Σαράνταινας και να αγναντέψουμε από το Βελούχι, έως την Γραμμένη Οξιά, ένα γύρο, όπου έπιανε το μάτι μας. Ήμασταν πλέον ψηλά, έχοντας διανύσει ούτε τα μισά χιλιόμετρα της πρώτης μέρας, και το μυαλό είχε καθαρίσει, από το πράσινο, τις κορφές, τον καθαρό αέρα. Κατεβήκαμε στα Πουγκάκια, για να βγούμε από εκεί στον Άγιο Νικόλαο, όπου κάναμε την πρώτη μας στάση για καφέ και ξεκούραση.
Ξεκουραστήκαμε, τα είπαμε, χαλαρώσαμε, φάγαμε, κοιμηθήκαμε δίπλα στην λίμνη, και ξυπνήσαμε φρέσκοι, έτοιμοι για την επόμενη διαδρομή μας, από την Λίμνη Πλαστήρα, στην Λίμνη Αωού. Η μεγαλύτερη ημέρα ήταν σήμερα, και έχοντας “γεμίσει μπαταρίες” από την προηγούμενη, ξεκινήσαμε οδηγώντας σε άσφαλτο, κάνοντας ένα διάλλειμα για λίγο στον καταρράκτη της Παλαιοκαριάς. Χρόνος για βουτιά δεν υπήρχε, οπότε συνεχίσαμε για την Ελάτη, όπου και μπήκαμε ξανά στο χώμα, για να χαθούμε μέσα στα πανύψηλα Έλατα, για να εισχωρήσουμε στα Περτουλιώτικα Λιβάδια και την μοναδική παρθένα φύση τους. Από το Περτούλι, φύγαμε για Παλαιοχώρι, όπου ξεκινήσαμε την ανάβαση στα 1500 μέτρα υψόμετρο, για να περάσουμε από τα Κονάκια που ουσιαστικά είναι καλοκαιρινός οικισμός, και να σταματήσουμε για καφέ στην Κρανιά. “Έχω μοσχαροκεφαλή σούπα”, ήταν η απάντηση του μαγαζάτορα, όταν του ζητήσαμε κάνα τοστάκι για να ξεγελάσουμε την πείνα μας, στις 12 το μεσημέρι, θυμίζοντάς μας, πως στην επαρχία, τόσο οι ρυθμοί όσο και η διατροφή, είναι διαφορετικά από αυτά που έχουμε εμείς συνηθίσει.
Λίγα χιλιόμετρα μετά, ανεφοδιαστήκαμε σε καύσιμα, στο Καρπενήσι, και κυκλώσαμε το Βελούχι από την δυτική πλευρά, οδηγώντας σε πανέμορφη ασφάλτινη διαδρομή, προς το Παυλόπουλο. Από εκεί, αφού περάσαμε την γέφυρα της Παπαδιάς, πατήσαμε τον ορεινό όγκο των Αγράφων από την Μαυρομάτα. Οδηγήσαμε στις κορυφογραμμές των Αγράφων, περάσαμε δίπλα από τα Καμάρια και από το Ανθηρό, βγήκαμε στο εγκαταλελειμένο σκαμένο στα βράχια τούνελ, στην Λίμνη Πλαστήρα. Εκεί θα γινόταν και η πρώτη μας ουσιαστικά διανυκτέρευση, σε χώρο που είχαμε επιλέξει, στα Καλύβια Πεζούλας. Στο τουριστικό περίπτερο που λειτουργεί εκεί, στην πλαζ, στήσαμε τις σκηνές μας, τακτοποιηθήκαμε, και φυσικά τιμήσαμε την Λίμνη με μία βουτιά στα θολά αλλά πεντακάθαρα νερά της.
Προηγούμενη συνεννόηση με ψησταριά στο Μέτσοβο, μας έφερε delivery σε απόσταση είκοσι χιλιομέτρων, τα ψητά, τις σαλάτες, τις πατάτες και τα αναψυκτικά μας, κι έτσι, αράξαμε κάτω από το κιόσκι που βρίσκεται εκεί, και φάγαμε “σαν στο σπίτι μας”. Ο καιρός όμως άλλαξε, είχαμε περάσει ήδη στην Δυτική Μακεδονία, και μπαίνοντας στην καρδιά της Πίνδου, τα σύννεφα μαζεύονταν άσχημα. Ντυμένοι πλέον καλά, παρά το ότι στην Αθήνα αλλά και στις παραλίες το θερμόμετρο είχε κολλήσει πάνω από τους 30 βαθμούς, εμείς είχαμε να αντιμετωπίσουμε την δυνατή βροχή που ξεκίνησε λίγο μετά τις 12 το βράδυ. Με κάποιες σκηνές να υποχωρούν στην επίθεση του υγρού στοιχείου, η νύχτα πέρασε λίγο περίεργα, αλλά το πρωί μας βρήκε βουτηγμένους στην ομίχλη, σε ένα τοπίο μαγικό, σαν να βγαίνει από ταινία τρόμου. Να είσαι κατακαλόκαιρο, ντυμένος με χειμωνιάτικα ρούχα, να ξυπνάς σε μία λίμνη, στην Πίνδο, μέσα στην ομίχλη, είναι σίγουρα ένα συναίσθημα μοναδικό. Και η απουσία βροχής τις τρεις τελευταίες ώρες, μας βόλεψε, αφού μαζέψαμε τον εξοπλισμό μας χωρίς πρόβλημα, φάγαμε το πρωινό μας, και ξεκινήσαμε για την 3η μέρα της διαδρομής.
Στάση στα Δολιανά, στην 12τρουλη εκκλησία, και βουρ για την Στεφάνη, απ’ όπου θα ανεβαίναμε ψηλά, στα 2.000 μέτρα υψόμετρο. Από τις χαράδρες και τα δέντρα, με το ποταμάκι να κυλάει δίπλα στο δρόμο, κατευθυνθήκαμε στα “καραφλά” που μας οδήγησαν στο Ανήλειο, και στο χιονοδρομικό του. Μοναδικές εικόνες, με το γρασίδι να παραμένει ακόμη πράσινο παρά τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο, και τα δέντρα να μας περιμένουν στο τελευταίο κομμάτι της διαδρομής μας, προς τον Αωό. Μετά τον ανεφοδιασμό μας σε καύσιμα, στο Μέτσοβο, οδηγήσαμε δίπλα στην Λίμνη Αωού, και στο φράγμα, στο οποίο και στήσαμε τις σκηνές μας για να κοιμηθούμε το βράδυ. Αξίζει να σημειωθεί, πως μόνο ο Μηνάς βούτηξε στα παγωμένα νερά της Λίμνης, και χωρίς την ζεστασιά του ήλιου που είχε κρυφτεί από νωρίς, πίσω από τα μαύρα σύννεφα.
Από την Βωβούσα, ξεκινήσαμε για Λάϊστα και από τον Γυφτόκαμπο, συνεχίσαμε προς το Ηλιοχώρι, το Βρυσοχώρι, και τελικά, καταλήξαμε στην Κόνιτσα, για ανεφοδιασμό καυσίμων. Στην Κόνιτσα είναι το τελευταίο πρατήριο που μπορείς να συναντήσεις πλέον για καύσιμα, πριν εισχωρήσεις στον Γράμμο, από την δυτική πλευρά. Αλλιώς, πρέπει να περάσεις τον Γράμμο, και να κατευθυνθείς για καύσιμα στο Επταχώρι, ή στο Νεστόριο, κάτι που θα μας έβγαζε σημαντικά εκτός διαδρομής. Αράξαμε λίγο στο γεφύρι, και συνεχίσαμε, παίρνοντας την απόφαση να μείνουμε σήμερα σε δωμάτια, στο Κεφαλοχώρι, στους πρόποδες του Γράμμου. Έτσι, θα μπορούσαν να στεγνώσουν οι σκηνές και οι υπνόσακοι των παιδιών που βράχηκαν χτες, στον Αωό, και να απολαύσουμε τις “Νάνες”, τα τοπικά χόρτα της Ναυσικάς, στον παραδοσιακό ξενώνα.
Σήμερα το μενού είχε Βάλια Κάλντα, οδήγηση στο Αρκουδόρεμα, και στόχο να φτάσουμε στον Γράμμο, για να διανυκτερεύσουμε στα 2.000 μέτρα, στις Αρένες. Η πρωινή οδήγηση στον κεντρικό οδικό άξονα Μέτσοβο – Μηλιά – Γρεβενά, το πρωί έμοιαζε λες και ήμασταν στα highlands της Σκωτίας. Ομίχλη, βρεγμένος δρόμος, “οδηγοί” για το χιόνι στο πλάι, καταπράσινο τοπίο, ομίχλη, ζώα στις πλαγιές. Όνειρο. Σταματήσαμε στην Μηλιά να πιούμε καφέ, και αλλάξαμε και την σαμπρέλα στο μπροστινό λάστιχο του Γιώργου, το οποίο έχανε αργά αέρα, απλά για να μην το έχουμε για πιο μετά, μέσα στο βουνό. Από εκεί, εισχωρήσαμε στην Πίνδο, οδηγώντας στην διαδρομή για την Βάλια Κάλντα. Περάσαμε τα πανύψηλα δέντρα, την παρθένα φύση, και καταλήξαμε οδηγώντας μέσα σε ένα δρόμο – ρυάκι, στο Αρκουδόρεμα. Μία στάση για ηρεμία, ανασυγκρότηση, φωτογραφίες, απόλαυση του τοπίου, ήταν απαραίτητη εδώ. Ξεχυθήκαμε ξανά στους δασικούς της Πίνδου, και φτάσαμε στην Βωβούσα, όπου κάναμε το μεγάλο μας διάλλειμα για φαγητό και περπάτημα στο γεφύρι, στο ποτάμι, και στα γύρω στενά. Ήμασταν οι μοναδικοί επισκέπτες εκείνη την καθημερινή, και η ηρεμία στον τόπο μας καλούσε να κάτσουμε εκεί, να κοιτάμε το τοπίο, και να ξεκουραζόμαστε. Αλλά έπρεπε να συνεχίσουμε, είχαμε ακόμη αρκετά χιλιόμετρα μπροστά μας.
Μία ευχάριστη έκπληξη μας περίμενε το πρωί της 4ης μέρας, όταν ο Κώστας που είχε μετακομίσει πριν λίγο καιρό – και για λίγο καιρό, στα Ιωάννινα, άδραξε την ευκαιρία να οδηγήσει μαζί μας έως τις Πρέσπες. Έτσι, ξεκινήσαμε παρέα ανεβαίνοντας στον Γράμμο, από το Κεφαλοχώρι. Ένα σημείο το οποίο είχε μουσκέψει αρκετά από την χθεσινή βροχή, μας ταλαιπώρησε αρκετά, αφού μπούκωσαν τα φτερά από τις λάσπες, και ήταν τελικά και το μοναδικό δύσκολο σημείο που συναντήσαμε. Η στάση μας στις Αρένες, μετά από… δύο ώρες (!!), μας ξεκούρασε αρκετά, αφού δροσιστήκαμε και από την πηγή με το κρυστάλλινο νερό που τρέχει εκεί. Και πλέον, ήμασταν στον Γράμμο και οδηγούσαμε παράλληλα με τα σύνορα, επιλέγοντας την διαδρομή που πάει στο Τρίλοφο, όπου και σταματήσαμε να συνομιλήσουμε με τους φαντάρους που φυλάνε τα σύνορα μας εκεί. Από το Μονόπυλο, η επόμενη στάση για καφέ έγινε στην Διποταμιά, σε “παραδοσιακό” καφέ/bar/μανικιούρ/πεντικιούρ, για να συνεχίσουμε προς το τελωνείο της Κρυσταλλοπηγής. Αφήσαμε πίσω μας τα έργα του νέου δρόμου που φτιάχνεται εκεί, περάσαμε δίπλα από το τελωνείο, και οδηγήσαμε προς τον Κώττα, για το τελευταίο χωμάτινο κομμάτι της διαδρομής μας. Ανεβαίνοντας την Μαύρη Ράχη, δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι αυτό το τελευταίο τμήμα, θα ήταν και ένα από τα πλέον όμορφα της διαδρομής. Άμμος στο έδαφος, μαλακό χώμα, λευκό, καταπράσινες δρυς και πλατάνια που δεν άφηναν τον ήλιο να εισχωρήσει, μας συνόδευαν για αρκετά χιλιόμετρα. Μέχρι που σε κάποιο άνοιγμα, φάνηκε η Μικρή Πρέσπα, και πατήσαμε άσφαλτο, και κατευθυνθήκαμε στο πιο απομακρυσμένο σημείο του χάρτη, βορειο-δυτικά, στους Ψαράδες.
Ο τελευταίος μας ύπνος στις Πρέσπες, σήμαινε και το τέλος του ταξιδιού, και είχαμε αφήσει την 5η μέρα, την Κυριακή, για την επιστροφή μας στην Αθήνα. Πριν φύγουμε όμως, κάναμε την βαρκάδα μας στα παλιά μοναστήρια της Μεγάλης Πρέσπας, φτάνοντας στα σύνορα με την Αλβανία. Εικόνες από άλλη εποχή, σημάδια μίας χώρας που ζει και αναπνέει και στα πιο απομακρυσμένα της σημεία, απαλλαγμένη από τα άγχη της καθημερινότητας. Και ηρεμήσαμε, και χαλαρώσαμε, και είχαμε περάσει καλά, είχαμε οδηγήσει σε μοναδικές διαδρομές, από την Ορεινή Ναυπακτία, έως τις Πρέσπες. Και κλείσαμε την εκδρομή μας με μία βόλτα στον Άγιο Γερμανό, όπου ψωνίσαμε τα πασίγνωστα φασόλια Πρεσπών στο ένα τρίτο της λιανικής τιμής, και με γεμάτες βαλίτσες, πήραμε τον δρόμο της επιστροφής, αρχίζοντας τις σκέψεις το επόμενο πενθήμερο της σχολής RideIt, το 2015. Πληροφορίες: www.rideit.gr
Το γραφικό ψαροχώρι, με το λιμανάκι και τις βάρκες να περιμένουν την ώρα που θα ξεκινήσουν για να μαζέψουν τα δύχτια, μας θύμισε ότι είναι ακόμη καλοκαίρι, παρά το ότι εμείς γυρνάμε τόσες μέρες στις κορφές και στην δροσιά. Μαγιό και κολύμπι στην Μεγάλη Πρέσπα ήταν το επόμενο στάδιο, ώστε να μας ανοίξει η όρεξη και να φάμε Τσιρόνια, Πέστροφες και Γριβάδι, το ψάρι – σύμβολο της Πρέσπας.
Και μιας και είχαμε χρόνο, πήγαμε την βόλτα μας στον Άγιο Αχίλλειο, στο νησάκι που πας με τα πόδια, μέσω της πλωτής γέφυρας, για να δούμε τις παλιές εκκλησίες, να φωτογραφίσουμε, να δούμε τα λιγοστά σπίτια και τους κατοίκους που ζουν εκεί, που μόνο κοινό στην καθημερινότητα με την υπόλοιπη Ελλάδα, είναι το ρεύμα και το νερό.