city2 WHITE DDIAFANES

Στερεά Ελλάδα

Cannot find taxidiotika/maniatis/parnitha/ subfolder inside /home/cityrider/domains/cityrider.gr/public_html/images/stories/taxidiotika/maniatis/parnitha// folder.
Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.26.2
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-78+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1

 

 

PB200141-web-web Ένας θησαυρός δίπλα μας

 




Του Τάκη Μανιάτη
Όλο δικαιολογίες είμαστε: Δεν έχουμε όμορφα μέρη, δεν έχουμε λεφτά, δεν έχουμε χρόνο. Τουλάχιστον εμείς οι Αθηναίοι, λόγω του ότι πρέπει να διανύσουμε αρκετά χιλιόμετρα για να βρεθούμε σε όμορφα δάση, την έχουμε την δικαιολογία στην άκρη της γλώσσας. Κι όμως, δίπλα μας, ακριβώς δίπλα μας, βρίσκεται ένας παράδεισος που λίγοι έχουν εκτιμήσει, και λιγότεροι έχουν τιμήσει με την παρουσία τους. Η Πάρνηθα!


Με τα πρώτα χιόνια, η Πάρνηθα είχε φορέσει ήδη τα καλά της, φαινόταν από μακριά εντυπωσιακή, ντυμένη στα λευκά. Θέλοντας να περάσουμε μία διαφορετική ημέρα οδήγησης, ψάχναμε μία κοντινή διαδρομή που να συνδυάζει τα πάντα. Λόγω της κυριακάτικης κίνησης που επικρατεί στους δασικούς που βρίσκονται κοντά στα βουνά, είναι πραγματικά δύσκολο να βρεις μία διαδρομή, απολαυστική, που να μην ενοχλεί τους περιπατητές ή ποδηλάτες. Μην ξεχνάμε ότι δικαίωμα στο βουνό έχουν όλοι, και αν οι μοτοσυκλετιστές δεν σέβονται τους υπόλοιπους και περνάνε δίπλα τους με ταχύτητα, σηκώνοντας σκόνη ή πετώντας πέτρες, σε λίγο θα μας το απαγορεύσουν και αυτό.

Αναζητώντας μία διαδρομή που να συνδυάζει ανοιχτούς δασικούς χωματόδρομους δίχως κίνηση, εύκολες ανηφόρες και κατηφόρες, ιδανική για μεγάλες μοτοσυκλέτες On/off, που να περνάει από όμορφα μέρη, να περιλαμβάνει σημεία για ξεκούραση και καφέ, αλλά να έχει και ως στόχο ένα ωραίο μέρος για φαγητό, καταλήξαμε στην Πάρνηθα.

Έτσι διοργανώθηκε η πρώτη μονοήμερη εκδρομή της σχολής ασφαλούς οδήγησης Rideit, σε συνεργασία με το GS Forum. Το αποτέλεσμα ήταν να συγκεντρωθούν εικοσιπέντε μοτοσυκλέτες και μία παρέα που απόλαυσε μία μοναδική βόλτα στην χιονισμένη Πάρνηθα!
Μιας και οι συμμετέχοντες τελικά ήταν πολλοί, προκειμένου να μην μείνει κανείς απ’ έξω, έπρεπε η βόλτα να περιλαμβάνει μεν πολλούς χωματόδρομους, αλλά να είναι βατή για όλους τους αναβάτες. Χωμάτινα ελαστικά δεν χρειάστηκαν, μιας και τα σημεία που θα περνούσαμε διέθεταν πατημένο σκληρό χώμα, και σε ελάχιστες περιπτώσεις θα υπήρχαν νερολακκούβες. Αφού την προηγούμενη μέρα κάναμε την διαδρομή για ασφάλεια, και είδαμε ότι ήταν βατή, περάσαμε στην επόμενη φάση: Τον συντονισμό και το “μάντρωμα” εικοσιπέντε αναβατών.


Με τους αναβάτες να καταφθάνουν στο Κρυονέρι, στο σημείο συνάντησης για την εκκίνηση της διαδρομής, το δύσκολο της υπόθεσης έμοιαζε να είναι ο συντονισμός όλων. Εύκολα θα πεις κανείς, “βόλτα πάμε, δεν χρειάζεται τόση αυστηρότητα”, αλλά, όταν οι αναβάτες είναι πολλοί, και όλοι θέλουν να διασκεδάσουν, τα ατυχήματα είναι πολύ εύκολο να συμβούν. Έτσι, χωριστήκαμε σε δύο γκρουπ, με πλοηγούς της σχολής Rideit και ουραγούς του GS Forum, αναβάτες που είναι της εμπιστοσύνης μας μιας και έχουν περάσει τα επίπεδα εκμάθησης της σχολής. Στο πρώτο γκρουπ πλοηγός  ήταν ο υπογράφοντας και ουραγός ο Σταύρος Γκαργκάτσουλας, στο δεύτερο, πλοηγό ο Βασίλης Μπούδρος, και ουραγός ο  Δαναός Αγγελόπουλος.

Χωριστήκαμε και ξεκινήσαμε με μικρή απόσταση ανάμεσα στα γκρουπ, έτσι ώστε να έχουμε οπτική επαφή και να μην χανόμαστε στις αρκετές, στην αρχή της διαδρομής, διασταυρώσεις. Με την εκκίνηση να γίνεται από το Κρυονέρι, χωθήκαμε κατευθείαν στην διαδρομή του αγωγού, την οποία διανύσαμε από τον δασικό, σε ζικ ζακ, δίχως να κινδυνέψουμε την κατά μήκος διαδρομή, που με ασφάλτινα ελαστικά πιθανότατα θα μας δημιουργούσε προβλήματα. Ο στόχος μας άλλωστε ήταν μακρινός, και είχαμε να διανύσουμε συνολικά ογδόντα χιλιόμετρα, μέχρι την κορυφή της Πάρνηθας, στο καταφύγιο Μπάφι.

Στην αρχή της διαδρομής, οι αναβάτες είχαν τη δυνατότητα να μάθουν τον σωστό τρόπο προσπέλασης λασπολακκούβας, και όλοι έδωσαν προσοχή, ώστε να ξέρουν πως θα κινηθούν στο υπόλοιπο της διαδρομής. Συνεχίσαμε μέσα από την Δροσοπηγή, περάσαμε από την πίστα Motocross “καλιφόρνια “ και από εκεί κατεβήκαμε στις Αφίδνες. Μέσω ασφάλτου συνδέσαμε κάποια τμήματα για να βγούμε στην Ιπποκράτειο Πολιτεία, από την οποία, χωθήκαμε ξανά στο χώμα, και περάσαμε από μοναδικά μέρη, περιμετρικά και παράλληλα με την εθνική οδό, μέχρι τον Άγιο Μερκούριο. Στο ομώνυμο εκκλησάκι, έγινε και η πρώτη στάση για ανασυγκρότηση και τσιγάρο για τους λάτρεις του καπνού, και όλα ήταν έτοιμα για την υπόλοιπη διαδρομή. Στόχος μας τώρα ήταν ο Αυλώνας.

Μέχρι τον Άγιο Μερκούριο, ο ρυθμός μας ήταν αργός, μιας και συναντούσαμε κόσμο στο βουνό, ενώ περνάγαμε μέσα από κατοικημένες περιοχές. Σπίτια με πισίνες, ιδιωτικές λίμνες αλλά και ελικοδρόμια, είχαν φυτρώσει στο “πουθενά”, και εμείς έπρεπε να διατηρούμε χαμηλούς ρυθμούς για να μην προκαλούμε. Η αλήθεια είναι ότι μετά την πρώτη στάση, το ανοίξαμε λιγάκι. Η διαδρομή προς τον Αυλώνα είναι πιο πατημένη, πιο ανοιχτή, με λιγότερους τοπικούς, και βέβαια μπορείς να πετύχεις μοτοσυκλέτες ή αυτοκίνητα να κινούνται. Είναι μία διαδρομή που επιλέγεται για κυριακάτικη βόλτα μιας και οδηγεί στον Αυλώνα από ψηλά, προσφέρει ωραία πλατώματα για παιχνίδι, λάσπη σε κάποια σημεία της διαδρομής, αλλά και ωραία θέα από ψηλά. Καθόλου δεν μας προβλημάτισε η λάσπη που συναντήσαμε, αφού όλοι κατάφεραν να περάσουν χωρίς πτώση.

Ο καφές στον Αυλώνα ήταν απαραίτητος για να σπάσουμε την διαδρομή στη μέση. Πιάσαμε όλο τον εξωτερικό χώρο της καφετέριας και απολαύσαμε τον ήλιο που μας ζέσταινε. Η θερμοκρασία με το ζόρι έφτανε τους δέκα βαθμούς, και ήταν ιδανικές οι συνθήκες για οδήγηση εκτός δρόμου. Ήμασταν ντυμένοι ζεστά, καταφέρναμε μάλιστα να ιδρώσουμε κιόλας, ενώ το διψασμένο χώμα είχε ποτιστεί και δεν σήκωνε σκόνη. Άριστα!

Συνεχίσαμε προς Αγία Τριάδα, στην παλιά διαδρομή του rally Acropolis, μέρος της οποίας πλέον έχει ασφαλτοστρωθεί, και ήταν πολύ ωραία να βλέπεις τόσες μοτοσυκλέτες να βρίσκονται στη σειρά. Ο χωματόδρομος προς τα Δερβενοχώρια μας οδήγησε στο Βούντημα, στο σημείο όπου σηματοδοτούνται τα όρια του εθνικού δρυμού της Πάρνηθας. Από εκεί, στρίψαμε αριστερά, και εισχωρήσαμε στον εθνικό δρυμό, για να αλλάξουμε το οπτικό μας πεδίο με το παρθένο δάσος. Περνάμε από τις ανοιχτές μπάρες  και συναντάμε αυτοκίνητα που έχουν μπει στο δρυμό, για να κόψουν ξύλα, αλλά και κυνηγούς, με τα όπλα στο χέρι, στη μέση του δρόμου.

Οδηγώντας μέσα στον εθνικό δρυμό, με τον ρυθμό να ανεβαίνει, τα ποταμάκια να διαδέχονται το ένα το άλλο, τα φύλα να έχουν γεμίσει τον απάτητο σε κάποια σημεία δρόμο, νιώθουμε πως βρισκόμαστε πολλά χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα. Είναι πραγματικά δύσκολο να πιστέψεις ότι βρίσκεσαι μέσα στην Αττική, με τα πανύψηλα έλατα να σε περιβάλλουν, τις πηγές να τρέχουν γάργαρο νερό, τις εικόνες να γεμίζουν τα μάτια σου με φύση και φρεσκάδα. Λίγα χιλιόμετρα παραπάνω, το τοπίο αλλάζει και η περιοχή που έχει καεί, κάνει την εμφάνισή της. Μαζί τις και δεκάδες Ελάφια που αναζητούν τροφή ανάμεσα στους καμένους κορμούς, όπου έχει αρχίσει να φυτρώνει πάλι το πράσινο. Σε πιάνει η καρδιά σου όταν βλέπεις την καταστροφή που έχει υποστεί το βουνό, και ειδικά όταν έχεις ήδη περάσει από τα καταπράσινα μέρη, “μαυρίζεις” όλο και περισσότερο. Ανηφορίζουμε προς τις αθλητικές εγκαταστάσεις του Σέγας, όπου ο δρόμος είναι πιο φαρδύς, και τα πάντα εκεί είναι καμένα.

Η φύση έχει βάλει το χέρι της και σε μαγεύει πάραυτα, και το γκρι χρώμα των κορμών, φαντάζει σαν πίνακας ζωγραφικής μέσα στο βουβό τοπίο. Τα πρώτα χιόνια κάνουν την εμφάνισή τους στις πλαγιές και εμείς προχωράμε προς την κορυφή, με τις εικόνες να μας έχουν συγκλονίσει. Πως ήταν άραγε αυτός ο τόπος πριν καεί; Πάνε πολλά χρόνια που πέρασα τελευταία φορά, δεν θυμάμαι πραγματικά πως μπορεί να ήταν. Διατηρούμε την ταχύτητα έτσι ώστε να μην μπορεί να προσπεράσει κάποιος αναβάτης και προξενηθεί ατύχημα, γιατί όσο περνάει η ώρα, τόσο αρχίζει και η “χαλαρότητα” απ’ όλους. Τα ατυχήματα στο τέλος συμβαίνουν συνήθως, κι εμείς δεν θέλουμε να έχουμε κάποιο ατυχές συμβάν.

Αρχίζουμε και συναντάμε περιπατητές που έχουν ξεκινήσει από τον Σέγας και εμείς φτάνουμε σε λίγη ώρα στην άσφαλτο, και στην διασταύρωση όπου βρίσκεται η Αγία Τριάδα Πάρνηθος. Από εκεί, λίγα χιλιόμετρα μας χωρίζουν μέχρι το καταφύγιο Μπάφι, που έχουμε επιλέξει ως τερματισμός της μονοήμερης εκδρομής μας.

Με τα χιόνια να έχουν αγκαλιάσει το καταφύγιο, γεμίζουμε τον χώρο parking με μοτοσυκλέτες, τακτοποιούμαστε στην σοφίτα μιας και λόγω ημέρας – και ήλιου – ήταν γεμάτο, και απολαμβάνουμε φασολάδες, πίτες και λουκάνικα. Ό ‘τι έπρεπε μετά από ογδόντα χιλιόμετρα χωμάτινης οδήγησης με το θερμόμετρο κοντά στους 5 βαθμούς! Γελάμε, πειράζουμε ο ένας τον άλλο, απολαμβάνουμε τη θέα, χορταίνουμε οξυγόνο.

Γεμάτοι πλέον από οδήγηση, έχοντας χορτάσει βουνό, μοτοσυκλέτα, οδήγηση, πείραγμα, παρέα, επιστρέψαμε στα σπίτια μας από άσφαλτο, από την κλασική διαδρομή που κατεβαίνει από την κορυφή της Πάρνηθας, στους πρόποδες, με το θερμόμετρο να βρίσκεται ήδη στους 2,5 βαθμούς. Μία άριστη βόλτα έφτασε στο τέλος της και μας έδειξε πως έχουμε δίπλα μας θησαυρούς που περιμένουν να τους ανακαλύψουμε.