Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.26.2
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-78+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1
Μία ιδανική βόλτα
|
Του Βασίλη Κωστάκου
Οι ομορφιές πολλές, δίπλα μας. Οι διαδρομές πολλές, και αυτές δίπλα μας. Τι ποιο ωραίο από μία εκδρομή σε ένα μαγευτικό μέρος που συνδυάζει ποικίλες διαδρομές στο “πήγαινε”, αλλά και στο “έλα”, και όλα αυτά σε συνολική απόσταση που με βίας ξεπερνά τα 200 χλμ.
Έχοντας οδηγήσει το απλό Mana πίστευα ότι η έκδοση GT θα έκανε τη διαφορά και θα ενίσχυε την πρακτικότητα της ιταλικής μοτοσικλέτας καθώς η αντίσταση του αέρα και το κρύο δεν θα ήταν τόσο αρνητικοί παράγοντες για μια εκτός πόλης διαδρομή. Έχοντας το πρόσχημα της δοκιμής ενός μοδάτου στα λευκά, Aprilia Mana GT αποφάσισα να αποδράσω μακριά από τη Αθήνα και τις καθημερινές έννοιες που καταρρακώνουν τη ζωή μας και διαστρεβλώνουν οποιαδήποτε ομορφιά.
Έκλεισα κινητό και κατευθύνθηκα για Λουτράκι από την Αττικής Οδό και μετέπειτα μέσω Ε. Ο. Αθήνας Κορίνθου. Δεν χρειάστηκαν πολλά χιλιόμετρα για να διαπιστώσω τη μεγάλη διαφορά μεταξύ του GT και του γυμνού μοντέλου. Και εννοώ την προστασία που χαρίζει το μισό φέρινγκ που τοποθέτησαν οι Ιταλοί, πάνω στον ίδιο οβάλ διπλό προβολέα, του naked.
Η διαδρομή μέχρι τα Μέγαρα μονότονη και βαρετή, όπως σε κάθε αυτοκινητόδρομο, το Mana ταξίδευε ξεκούραστα. Ανυπομονούσα πότε θα φτάσω στο Ισθμό και να αφήσω πίσω μου τις τρεις λωρίδες κυκλοφορίας, όταν μου μπήκε η ιδέα να κόψω πάνω από το βουνό και να φτάσω στο Λουτράκι. Έτσι έστριψα στην έξοδο της Κινέττας και μετά από λίγο ψάξιμο άρχισα να σκαρφαλώνω το βουνό, από τον Άγιο Νικόλαο. Μετά από μερικά χιλιόμετρα ασφάλτου ξεκινούσε ένα ομαλός χωματόδρομος. Το τοπίο μαγευτικό, με το έντονο πράσινο των πεύκων να καλύπτει τα πάντα, ενώ η εμφανής παρέμβαση του ανθρώπου στην περιοχή περιορίζεται μόνο στη χάραξη του δρόμου. Οι λάτρεις του Ράλι Ακρόπολης θα έχουν αναγνωρίσει σε ποια περιοχή αναφέρομαι καθώς στα εδώ χώματα πραγματοποιείται η δυσκολότερη και πιο μεγάλη ειδική των Αγ. Θεοδώρων, αυτή των τριαντα-τριών χιλιόμετρων.
Το Mana κάλυψε τα 33 χωμάτινα χιλιόμετρα μέχρι το Λουτράκι χωρίς καμία διαμαρτυρία εκ μέρους του, ενώ οι αναρτήσεις με το σπορ σετάρισμα μπορώ να πω ότι δεν με ταλαιπώρησαν. Έτσι, ο σπορ χαρακτήρας του Mana δεν αντιμάχεται την άνεση. Το Λουτράκι όμως έχει χάσει το χρώμα του παραδοσιακού από τη δεκαετία του εβδομήντα, τότε που οι σύγχρονες κατασκευές άρχισαν να ξεφυτρώνουν στη μεγάλη παραλία του. Έτσι ο φρεσκο-κατασκευασμένος περιφερειακός με γλιτώνει τουλάχιστον από την κίνηση, καθώς βιάζομαι να βρεθώ σε ένα από τα αγαπημένα μου μέρη, κυριολεκτικά στο τελείωμα του δρόμου.
Δεκαπέντε χιλιόμετρα μετά το Λουτράκι, βρίσκεται η Περαχώρα, ένα ήσυχο χωριό, χωρίς τη βαβούρα του ΣΚ που δημιουργούν οι Αθηναίοι. Από εκεί κατευθύνομαι για τη λίμνη της Βουλιαγμένης, μια ήσυχη λιμνοθάλασσα, η οποία σε κερδίζει με την ηρεμία της. Βαρκούλες δεμένες στα βράχια, άλλες ακουμπισμένες στην ακτή ξεκουράζονται. Οι ταβέρνες περιμένουν τον κόσμο να απολαύσει μία νησιώτικη αύρα, τόσο κοντά στην Αθήνα. Καταλήγω στο Ηραίο. Στο ακρωτήριο που “βλέπει” Κόρινθο, στο αρχαίο λιμανάκι, μπορείς να απολαύσεις το τέλος μια γαλήνιας μέρας. Πάμπολλες γάτες περπατούν ανέμελες στα αρχαία μάρμαρα, κοιμούνται, χαλαρώνουν. Ο εκδρομέας θα ηρεμίσει εκεί, θα κάνει και το μπάνιο του στα πεντακάθαρα και βαθιά νερά. Μία βόλτα μέχρι τον φάρο είναι η αποκορύφωση της ηρεμίας.
Στην επιστροφή έχοντας πλέον εξοικειωθεί με τον “αυτόματο” χαρακτήρα του Mana αποφάσισα να παίξω με τη σειριακή λειτουργία του κιβωτίου. Το συγκεκριμένο “mode” θα το χρησιμοποιήσεις μόνο όταν θελήσεις να κινηθείς πιο σβέλτα, και ο γεμάτος στροφές δρόμος από Περαχώρα προς Σχοίνο και Αλεποχώρι, με κατάληξη τα Μέγαρα, ήταν το κατάλληλο πεδίο για τη δοκιμή αυτή. Οι στροφές εναλλάσσονται συνεχώς μέσα σε ένα πράσινο τοπίο, ανεβαίνεις το βουνό και κατεβαίνεις ξανά με θέα τον κόλπο της Ψάθας. Φτάνοντας στο επίπεδο της θάλασσας οι επιλογές για μπάνιο είναι πολλές, τα βράχια που ορθώνονται κάθετα δημιουργούν ένα συγκλονιστικό τοπίο.
Με το σειριακό κιβώτιο του Mana, όταν η ταχύτητα πέσει κάτω από τα 20 χιλιόμετρα οι ταχύτητες απομονώνονται και νομίζεις πως έβαλε νεκρά, μένεις από το “φρένο” του κινητήρα, που έτσι και αλλιώς δεν είναι ισχυρό. Ο μόνος τρόπος για να «κάτσει» η μοτοσικλέτα στην είσοδο μιας κατηφορικής στροφής είναι ένα καλό κατέβασμα, αλλά και πάλι δεν συμπεριφέρεται το ίδιο με ένα μοντέλο με κλασσικό κιβώτιο. Θέλει απλά μια συνήθεια, αλλά μόλις του πάρεις τον αέρα το όλο πακέτο θα συμπεριφερθεί άψογα καθώς τα σπορ γονίδια του δεν μπορούν να κρυφτούν. Όσο περισσότερο πιέζεις τόσο το Mana δείχνει ότι δεν έχει κανένα πρόβλημα. You can’t teach to old dog a new trick, και για εμάς τους παλιούς η Aprilia έχει αφήσει και τον παραδοσιακό λεβιέ ταχυτήτων και έτσι επέρχεται η αποκατάσταση της τάξης.
Στην πράξη, όλη η διαδρομή γίνεται απολαυστική αν οδηγάς στην επιλογή D mode, στο αυτόματο δηλαδή. Απολαμβάνεις τα τοπία, χαίρεσαι τη βόλτα, ευχαριστιέσαι τη διαδρομή και την ηρεμία που μπορείς να βρεις τόσο κοντά στην Αθήνα.
Εάν ψάχνετε για μία τελείως ασφάλτινη διαδρομή για να συνδέσετε αυτό τον γύρο, μπορείτε να κινηθείτε από την παλιά εθνική προς τα Ίσθμια, και από εκεί να περάσετε στο Λουτράκι. Από την Περαχώρα και μετά είναι ούτως ή άλλος άσφαλτος, ενώ εναλλακτική υπάρχει προς Ψάθα, Βίλια και επιστροφή από Μάνδρα.
Από την άλλη, εάν ψάχνετε για κάποιο συμπέρασμα που θα αναφέρει εάν είναι καλό ή όχι το Mana, αυτό εδώ δεν είναι ένα τεστ, αλλά μία προσωπική απόδραση από το πήξιμο της δουλειάς. Απλά για την ιστορία, το μόνο που θα αναφέρω είναι ότι η αυτόματη μοτοσικλέτα της Aprilia είναι για αυτούς που όχι μόνο θέλουν να διαφέρουν, αλλά ξέρουν και να ξεχωρίζουν. Κάτι σαν τη διαφορά του καπουτσίνο με κανέλα και του αυθεντικού capucchinno.